Επικοινωνία

Μπορείτε να στείλετε το κείμενο σας στο info@vetonews.gr & veto910@otenet.gr. Τηλ. 6947323650 ΓΕΜΗ 165070036000 On Line Media 14499

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Πέμπτη, 16 Ιουνίου 2022 21:19

Η επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και η έωλη επιχειρηματολογία της Άγκυρας | της Ηλέκτρας Νησίδου*

Η Τουρκία συνεχίζει τις προσπάθειες να γίνει ισχυρή περιφερειακή δύναμη και ένας από τους τρόπους που έχει επιλέξει είναι η επέκτασή της στη «λευκή θάλασσα», όπως αποκαλείται η Μεσόγειος στα τουρκικά.

Η επίθεση Ερντογάν κατά Μητσοτάκη αλλά και οι εμπρηστικές δηλώσεις του για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό, φέρνοντας στο προσκήνιο εικόνες από την Μικρασιατική Καταστροφή και την Άλωση της Κωνσταντινούπολης αποτελούν δείγμα της κλιμάκωσης της έντασης μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας. Την ίδια στιγμή παρατηρείται έντονος αναβρασμός και εντός του τουρκικού κράτους που αφορά το σύνολο του πολιτικού κόσμου, από την κυβέρνηση έως την αντιπολίτευση. Ο Κ. Κιλιντσάρογλου, ηγέτης του κεμαλικού Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, είπε στις 2.6.2022 στον Ερντογάν «Αν βαστά η καρδιά σου, κάνε βήμα για τα κατεχόμενα οπλισμένα νησιά. Θα σε στηρίξουμε.», ενώ παράλληλα τα ΜΜΕ κάνουν «φιλότιμες» προσπάθειες να στηρίξουν το αφήγημα που προσπαθεί να προωθήσει το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. 

Το κύριο αφήγημα, όπως πάντα, περιλαμβάνει ένα δίπολο καλού-κακού, έναν δήθεν ορθολογικό και έναν παράλογο. Ο «παράλογος» εν προκειμένω είναι η Ελλάδα, η οποία σύμφωνα με την Τουρκία παραβιάζει τους διεθνείς κανόνες και τις διεθνείς Συνθήκες διαταράσσοντας τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και υπονομεύοντας την τουρκική ακεραιότητα και την ισορροπία στην περιοχή. Η κατασκευή της ταυτότητας του «κακού», του παράλογου στον οποίο εναποθέτουμε όλο το ανάθεμα συμβάλλει ιδιαίτερα στην επένδυση της ταυτότητας του «καλού» με στοιχεία θετικά που τον διακρίνουν από τον πρώτο, ενώ παράλληλα βοηθά ενδοκρατικά στην αναπτέρωση του ηθικού των εξαθλιωμένων οικονομικά Τούρκων πολιτών και στην ενίσχυση του πατριωτικού αισθήματος που εργαλειοποιείται για να τροφοδοτήσει το ίδιο ακριβώς αφήγημα.

Από την άλλη, η υποτίθεται ορθολογική Τουρκία, παρουσιάζεται ως μια αδικημένη χώρα που τόσο καιρό ανέχεται την καταχρηστική και προκλητική συμπεριφορά της γείτονός της, ωστόσο -για αδιευκρίνιστους μέχρι τώρα λόγους- ο κόμπος φαίνεται να φτάνει στο χτένι. Ενώ μαίνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία για πάνω από τρεις μήνες και ενώ έχουν διαρραγεί οι σχέσεις Ρωσίας-Ευρώπης αλλά όχι οι σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας ή Τουρκίας-Δύσης, η κυβέρνηση Ερντογάν βρήκε την ευκαιρία σε μια κατάσταση έντονης ρευστότητας να εγείρει αξιώσεις ώστε διεκδικήσει ελληνικά εδάφη και ύδατα που σύμφωνα με εκείνη είναι «δικαιωματικά» δικά της. 

Ας δούμε τα βασικά γεγονότα με την σειρά:

  • Φεβρουάριος: Στο ζήτημα της ουκρανικής κρίσης η Τουρκία ισορρόπησε σε τεντωμένο σχοινί κρατώντας μια ίση απόσταση αν και σύμμαχος των ΗΠΑ και εφαρμόζοντας την Συνθήκη του Μοντρέ σε χρονική στιγμή που δεν ευνοούσε ούτε έβλαπτε κάποια από τις δύο πλευρές. Προσφέρθηκε για διαμεσολαβητής-διευκολυντής των συζητήσεων μεταξύ των δύο εμπόλεμων πλευρών δείχνοντας καλή πίστη προς αμφότερους, ενώ σε ό,τι αφορά το ενεργειακό δεν έδειξε να «αγχώνεται» ούτε να παίρνει ενεργά θέση. 
  • Μάρτιος: Στις 13.3 πραγματοποιήθηκε η συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία επικράτησε ένα ευχάριστο κλίμα και μάλιστα συμφωνήθηκε από κοινού να μείνουν ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας, παρά τις διαφορές των δύο χωρών.
  • Απρίλιος: Στις 18.4 η Τουρκία ξεκίνησε στρατιωτικές επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας στο Ιράκ στοχεύοντας στην διάσπαση της σχέσης των Κούρδων της Νότιας Τουρκίας με εκείνων του Βόρειου Ιράκ, δραστηριότητα για την οποία ελάχιστος λόγος έγινε στα διεθνή Μέσα παρά τις διαμαρτυρίες της ιρακινής κυβέρνησης. 
  • Μάιος: Μετά την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στον Λευκό Οίκο και την ομιλία του στο Κογκρέσο στις 17.5, στην οποία αναφέρθηκε στην εισβολή στην Κύπρο και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ελλάδα με τον «ανήσυχο» γείτονά της, ο Ερντογάν φαίνεται να έχασε -ή βρήκε την αφορμή για την χάσει- την ψυχραιμία του.
  • Ιούνιος: Ήδη από τα τέλη του προηγούμενου μήνα η Άγκυρα εξαπολύει βαρύγδουπες δηλώσεις και απειλές κατά της Ελλάδας, αναφερόμενη στη διαφορά ναυτικών μιλίων και εναέριου χώρου, στην «αμφίβολη» κυριαρχία των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και στην «παράνομη» στρατιωτικοποίηση των νησιών αυτών. 

Οι σχέσεις των δύο κρατών φαίνεται να φτάνουν στο ναδίρ τους, τη στιγμή που ο Ερντογάν «δεν αναγνωρίζει κανέναν Μητσοτάκη» και δεν δέχεται να συζητήσει το οτιδήποτε με την Ελλάδα αμφισβητώντας ανοιχτά την κυριαρχία της, ενώ από την άλλη η Ελλάδα απαντά με χάρτες που αποδεικνύουν τη νομιμότητα των θέσεων και των πράξεών της. Ας μην λησμονούμε ότι εκτός από τις ελληνικές βουλευτικές εκλογές πλησιάζει και η προεδρική κάλπη στην Τουρκία, με τον Ερντογάν που διεκδικεί άλλη μία θητεία, να υπολείπεται στις δημοσκοπήσεις έναντι των βασικών αντιπάλων του. Ο τελευταίος παράγοντας εξηγεί πολλά για την κλιμάκωση της επιθετικής ρητορικής του Τούρκου Προέδρου με στόχο το εσωτερικό εκλογικό του ακροατήριο.

Ωστόσο, πόσο έγκυρα είναι τα τουρκικά επιχειρήματα;

Το 1931 η Ελλάδα κατοχύρωσε εναέριο χώρο εύρους 10 ναυτικών μιλίων, ενώ τα χωρικά της ύδατα έφταναν μόλις τα 3 ν.μ. Δεν υπήρξε καμία αντίδραση από την Τουρκία στην απόφαση αυτή, παρότι ο τότε ηγέτης Κεμάλ Ατατούρκ δεν είχε τις καλύτερες σχέσεις με τον Βενιζέλο. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1936 τα 3 ν.μ. έγιναν 6 και πάλι καμία αντίδραση δεν υπήρξε εκ μέρους της Τουρκίας, η οποία το 1963 έκανε το ίδιο ακριβώς βήμα της επέκτασης των 6 ν.μ. που ισχύει μέχρι σήμερα, με τη διαφορά ότι στη Μαύρη Θάλασσα η αιγιαλίτιδα ζώνη της έχει το προβλεπόμενο από την Σύμβαση Δικαίου Θαλάσσης (1982), δηλαδή τα 12 ν.μ. Συνεπώς, ως προς το επιχείρημα περί διαφοράς μιλίων, στερείται λογικής αλλά και νομικής βάσης, καθώς η Τουρκία δεν εξέφρασε καμία διαφωνία μέχρι την εισβολή στα κυπριακά εδάφη (1974) ενώ από την άλλη απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα στην περίπτωση που ασκήσει το αναφαίρετο δικαίωμα των 12 ν.μ. το οποίο η ίδια έχει ήδη εφαρμόσει σε άλλη θάλασσα.

Σε σχέση με την κυριαρχία των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, έχει γίνει ευρέως αντιληπτό, ιδίως μετά τη σύναψη του τουρκολιβυκού Μνημονίου (2019), ότι η Τουρκία θέλει να έχει ελεύθερη πρόσβαση στη Μεσόγειο και απρόσκοπτη διέλευση των πλοίων της (για μεταφορά όπλων, ενέργειας κ.α.). Το πρόβλημα εν προκειμένω είναι ο μεγάλος αριθμός των νησιών της Ελλάδας, τα οποία είναι διάσπαρτα στο Αιγαίο και την «κλείνουν», στην ουσία, στα παράλιά της. Από αυτό το «εμπόδιο» προέκυψε η ιδέα των γκρίζων ζωνών, βάσει της οποίας η Τουρκία αγνοεί το Διεθνές Δίκαιο και την ελληνική κυριαρχία και συμπεριφέρεται κατά το δοκούν (π.χ. αποστολές πλοίων για έρευνα, για εξόρυξη κ.α.). 

Η Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάνης, ωστόσο, αναφέρει ρητά και με σαφήνεια στα άρθρα 6, 12 και 16 ότι στην τουρκική επικράτεια υπάγονται μόνο τα νησιά που βρίσκονται σε απόσταση έως 3 ν.μ. από τα τουρκικά παράλια, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά με άλλη διάταξη ή συμφωνία για συγκεκριμένες νήσους (όπως στην περίπτωση της Ίμβρου και της Τενέδου). Επομένως, ανεξαρτήτως του οθωμανικού παρελθόντος, το διάδοχο κράτος της Αυτοκρατορίας, δηλαδή η σημερινή Τουρκία δεν έχει καμία δικαιοδοσία στις βραχονησίδες και στα νησιά που αμφισβητεί, όπως η Χίος, η Σάμος, η Λέσβος κ.α.

Τα δύο αυτά επιχειρήματα όπως και εκείνο περί παράνομης στρατιωτικοποίησης των νησιών στηρίζονται στις επιδιώξεις της Τουρκίας, η οποίες αποτυπώνονται στο αφήγημα της γαλάζιας πατρίδας, για το οποίο η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών είναι καίριας σημασίας ζήτημα. Ας εξετάσουμε όμως τι προβλέπεται από τις Συνθήκες.

Στη Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάνης, λοιπόν, υπάρχει πρόβλεψη στο άρθρο 4 για «ουδετεροποίηση» της Σαμοθράκης, της Λήμνου, της Ίμβρου, της Τένεδου και των Λαγουσών νήσων. Στη συνέχεια, δε, αναφέρεται ότι η Τουρκία διατηρεί το δικαίωμα να υπερίπταται και να αγκυροβολεί στην περιοχή των «ουδετεροποιημένων ζωνών» του τουρκικού εδάφους (αρ. 6). 

Από τα παραπάνω σε καμία περίπτωση δεν προβλέπεται δικαίωμα υπερπτήσης άνωθεν των ελληνικών υδάτων και εδαφών ούτε καν των «ουδετεροποιημένων», πρακτική στην οποία προφανώς χωρίς νομικό έρεισμα επιδίδεται η Τουρκία. 

Εξετάζοντας, τώρα, την ουδετερότητα αυτών των νησιών καθαυτή, η αιτίαση της Τουρκίας θα είχε βασιμότητα εάν δεν είχε προηγηθεί η τουρκική εισβολή του 1974. Αξίζει σε αυτό το σημείο να επισημανθεί ότι η Συνθήκη της Λωζάνης υπογράφηκε πέντε δεκαετίες πριν από την εισβολή στην Κύπρο, που αποτέλεσε καταλυτική ανατροπή των δεδομένων, διαμορφώνοντας ένα ιστορικό προηγούμενο επίθεσης, αλλά και τη σφοδρή διατάραξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων με το casus belli της Τουρκίας, το οποίο δεν επιτρέπει πρακτικά την Ελλάδα να εμπιστευτεί την γείτονα χώρα. Βάσει του άρθρου 2 παρ. 4 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, απαγορεύεται η χρήση ή και η απειλή χρήσης βίας μεταξύ κρατών. Η απειλή της Τουρκίας προς την Ελλάδα δημιουργεί ανασφάλεια και την ανάγκη προετοιμασίας σε περίπτωση πραγματοποίησης της απειλής αυτής. Ως εκ τούτου η στρατιωτικοποίηση των νησιών αποτελεί τον αναγκαίο όρο άσκησης του δικαιώματος άμυνας, εφόσον η Τουρκία κατά το παρελθόν έχει καταφύγει στη χρήση βίας. 

Συνεπώς το εν λόγω επιχείρημα έχει μεν νομική βάση, στο πλαίσιο των διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάνης, ωστόσο μετά την ανοιχτή απειλή πολέμου της Τουρκίας, η οποία έρχεται σε αντίθεση με την διεθνή νομιμότητα, η Ελλάδα βασιζόμενη στο άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, το οποίο προβλέπει το δικαίωμα της «νόμιμης άμυνας» σε περίπτωση «επικείμενης απειλής» νόμιμα διατηρεί στρατό και μηχανισμούς άμυνας στα νησιά που βρίσκονται εγγύτερα των τουρκικών παραλίων.

* Ηλέκτρα Νησίδου, Πολιτική επιστήμονας – Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο 6ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ